Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2021

Έτος Ποιητή Δημήτρη Κοσμόπουλου

 

Παραμονή του Αγίου μου

 

Ὄχι τῶν ἄστρων πίδακες ἀπόψε, ὄχι πουλιά

ἀλλά κρυφό πηγάδι πού γεμίζει χῶμα.

Χῶμα Ὀκτωβρίου ὑγρό ἀπό τῶν σχοίνων την ἀνάσα

και τῆς μυρτιᾶς τό στόλισμα καί στάλες χρυσανθέμων.

Θά περπατήσουμε μαζί στά σαπισμένα φύλλα

κάτω ἀπ’ τόν θόλο τῶν βελανιδιῶν, γιατί μέ περιμένει

Λιγνή μιά Μαυροφόρα, γρηά πού μ’ εἶχε μεγαλώσει

μέ λάδι, μέ θυμίαμα, μέ κάρβουνο

και μέ κουβάρι νῆμα, τό κερί πλασμένο.

Γι’ ἄλλους μές στην Ἀθήνα βολοδέρνω

γι’ ἄλλους χαμένος κι ἀνεπρόκοπος ‒

και νά ’βλεπαν πῶς μ’ ὁδηγεῖ, στον Ἅη-Δημήτρη τοῦ Κανάλου.

Παραμονή τοῦ Ἁγίου, ἀπόβραδο με πῆρε

νά συγυρίσει καί ν’ ἀνάψει τά καντήλια

κι εἶδα μές στό μισόφωτο κι ἄκουσα τόσα.

Γιατί στεκότανε ἴδια φλόγα μαύρη

κάτω ἀπό την Εἰκόνα Του καί καταλάβαινα

να λυώνει ἐκείνη κι ἀπό τό κερί βαθύτερα.

Ὕστερα πέρασε ψυχρός ἀέρας

κι ἔτριξε ἡ πόρτα κι ἀνατρίχια σαν τά παραθύρια.

Στο φῶς τοῦ καντηλιοῦ ἀναθροΐστηκα

  ‒ Γιαγιά, τί νά ’ναι;  ‒ Ὁ Ἅγιος, γιέ μου, ξεπεζεύει.

Παραμονή τοῦ Ἁγίου μου, ἀφήνω ἄστρα καί πουλιά

καί πάω μαζί της στοῦ Κανάλου το ἐκκλησάκι.

Ὕστερα κάθομαι κι ἀπ’ τό κρυφό πηγάδι

τραβῶ κρασάκι ἀπό το χῶμα γέννημα

κι ἀκούω, ἐντός, νεροσυρμές να μέ κουφώνουν.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου