Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 28 Μαΐου 2021

Ελεύθερο θέμα

 



Ελληνίδες Ποιήτριες 1900-1980 - Γεωργοπούλου-Τζελέπη Σοφία

 



Ανθολογία Κλασικής Νεοελληνικής Ποίησης - Γιάννης Καμπύσης

 



Παραδοσιακή Ιαπωνική Ποίηση

 



Έτος Ποιητή Δημήτρη Κοσμόπουλου

ΦΥΤΟ ΟΥΡΑΝΙΟ

 

 

Σὲ γνώρισα τὸν φοβερὸ Γενάρη,

μὲ τὸ ἀνελέητο, στοὺς πάγους του, φεγγάρι.

Καὶ σπούδασα τὸ κλάμα τῆς φωνῆς σου πάλι,

παιδί, μὲ τῶν νεκρῶν τὸν θροῦ στὸ προσκεφάλι.

 

Μὲ πεθαμένους, μὲ ξενιτεμένους,

σὲ κούφια καφενεῖα, σὲ ἀχλὺ τεμένους,

οἱ χωρικοὶ τοῦ τώρα καὶ τοῦ τότε,

δέντρα κυνηγημένα ἀπὸ τοὺς καταδότες –

 

ποτὲ δὲν θὰ ὑπογράψουνε. Μαγνήτης

τὰ σωθικὰ τοὺς ξερριζώνει· ρίζα τῆς ἀγάπης.

Γι’ αὐτοὺς ἄγγελμα ψάλλει, προκατιδὼν ὁ προφήτης.

 

Τὰ σπίτια μας βουλιάξανε στὸν πάτο

μιᾶς θάλασσας ὁλόμαυρης, ἀπάτης.

Μὰ στὸ φυτὸ τοῦ τραγουδιοῦ σου βγαίνουν.

 

Ἀπὸ κάτω.

 

Παρασκευή 21 Μαΐου 2021

Ελεύθερο θέμα

 



Ελληνίδες Ποιήτριες 1900-1980 - Αθανασία Γεωργίου

 



Ανθολογία Κλασικής Νεοελληνικής Ποίησης - Νίκος Καμπάς

 



Παραδοσιακή Ιαπωνική Ποίηση

 



Έτος Ποιητή Δημήτρη Κοσμόπουλου

CURRICULUM GRAECOPITHECI

 

Νὰ φεύγεις κούτσα-κούτσα ἀπ’ τὰ πενήντα

σκοντάφτοντας στῶν χρόνων σου τὶς πέτρες.

Καὶ νὰ μετροῦν, τριγύρω, γεωμέτρες

τ’ ἀποκαΐδια τῶν κλαριῶν καὶ τὴν ἀρίδα

 

ἂν θὰ χωράει στὴν κάσσα ἢ περισσεύει,

ὅπως σ’ ἐκεῖνον τὸν ταλαίπωρο στρατιώτη.

«...Ἡ τελευταία του φωνὴ δὲν εἶναι σὰν τὴν πρώτη,

τὸ χέρι του μιὰ ἧττα τὸ ἡμερεύει...» –

 

Ἔτσι νὰ φεύγεις. Καθὼς ἔτρεχες παιδάκι

γιὰ τὴν πηγὴ τοῦ γυρισμοῦ, τὴν ὥρα

ποὺ ὁ κότσυφας στὸ πάνσεπτο βραδάκι

 

στὸ χῶμα ξέπλενε τὸ φτέρωμα – καὶ τώρα

στὸ στῆθος σου ἀνάβει ἕνα καντήλι,

ποιά προσευχὴ κομμάτια, ποιό μαντήλι.


Παρασκευή 14 Μαΐου 2021

Ελεύθερο θέμα

 



Ελληνίδες Ποιήτριες 1900-1980

 



Ανθολογία Κλασικής Νεοελληνικής Ποίησης

 



Παραδοσιακή Ιαπωνική Ποίηση

 



Έτος Ποιητή Δημήτρη Κοσμόπουλου

 

Ο ΗΛΙΑΣ ΛΑΓΙΟΣ, ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ 1895

ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ

 

 

Βλέπω τὰ βουτυρόπαιδα νὰ γράφουνε ρετρὸ σονέττα

καθὼς νὰ πλέκουνε σεμαὶν οἱ  κορασίδες.

Θὰ σοῦ τὸ εἰπῶ, ἀκόμη μία, νέτα-σκέτα:

Δὲν γίνονται σ’ ὅλους, λέξεις οἱ Ἀτθίδες.

 

Σοῦ τό ’χα εἰπεῖ στὸ «Ἂχ-Βὰχ» καὶ στὸ «Ἅμα Λάχει»

–κυρίως στὸ καρβουνάδικο τοῦ ὑλοτόμου–

πώς, κάμε ὑπομονή, κι ὅπως καὶ νὰ ’χει

νὰ τραγουδᾶς «μεγάλος πειρασμὸς ὁ ἑαυτός μου».

 

Doctores philosophiae et omnium rerum

(Utilium), χάσκουνε μὲ γουρλωμένα μάτια,

μπροστὰ σὲ μίμους φωνασκούς. Δὲν ξέρουν,

 

τὰ δάση μὲς στὴν θάλασσα καὶ τοῦ βουνοῦ τὸ ψάρι.

Βλέπω καλώδια κι ἱστοτόπους μὲ φωτογραφίες

νεκρῶν ποὺ ἐπιμένουν ὅτι ἡ ἦρα εἶναι τὸ στάρι.

 

Βλέπω νὰ πνίγεσαι, σὲ βλέπω δίχως φράγκο,

σ’ ἕνα ντοβλέτι ποὺ τὸ ρήμαξεν ἡ φύρα.

Ξαναγυρνῶ στοὺς κοιμηθέντες. Τὸν σκοπό μου σφύρα.

 

Παρασκευή 7 Μαΐου 2021

Ελεύθερο Θέμα

 



Ελληνίδες Ποιήτριες 1900-1980 - Γεωργακοπούλου Ρούλα

 



Ανθολογία Κλασικής Νεοελληνικής Ποίησης - Ανδρέας Κάλβος

 



Παραδοσιακή Ιαπωνική Ποίηση

 



Έτος Ποιητή Δημήτρη Κοσμόπουλου

 

Ο ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1857

 

(Con rime obbligate)

 

Σιμώνει ἡ ὥρα ποὺ θολώνουν τὰ νερά.

Ὥρα νὰ φεύγω ἀπὸ τὴν πέτρα τοῦ σκανδάλου.

Στὸ γάλα τῆς μητρός μου, ἑνὸς κόσμου ἄλλου

Θήλασα λύπες, ρίγη φεγγερά.

 

Ξεπλένω, καταφέγγαρα, τὴν πίκρα

ψυχή μου ξέπλεκη, ψυχὴ γονατισμένη

–ove è la parola αἱματοτσακισμένη–

ξεπλένω σπλάγχνα τοῦ Βαγιῶνε στὸ κρασί. Ἀντίκρα

 

μοῦ εἴπανε, ἔγινε κράτος τὸ Ἔθνος.

Ἑτοιμοθάνατη χρυσοπηγή, στάξε τὸν αἶνο

ἀπὸ τὰ χείλη ποὺ ταράζονται  λαμπρὰ

 

συνεπαρμένα στὸ αἰώνιο Μισολόγγι.

Στὸν οὐρανὸ δρεπάνιζα χλωρὴ χαρά.

Ἄνθη αὐγερινὰ τοῦ μαρτυρίου οἱ βόγγοι.