Χρόνους πενήντα τόσους παρὰ μήνα ἕναν
στὴν ζήση ἐτούτη ὅπως σὲ δάσος περπατῶ.
Πυκνὲς μεταλλικὲς κεραῖες – δέντρο
κανένα.
Κομμένο τὸ κεφάλι μου κρατῶ
ψάχνοντας μέρος γιὰ νὰ τό ἀποθέσω.
Στὰ πόδια σου ποθῶ νὰ τό ἀκουμπήσω
καὶ δίχως λόγια ἢ σκέψεις νὰ μιλήσω,
μόνο ἕνα δάκρυ ὁλόφλογο, πρὶν πέσω.
Γύρω μου σκιὲς πορεύονται, συνοδοιπόροι.
Κανεὶς δὲν δίνουμε τοῦ ἀγγέλου μας νερό.
Βλέπουμε τὴν εἰκόνα μας στὸ φεγγερὸ
ταμπλὼ τῶν κινητῶν καὶ λέμε: “Οἱ σπόροι
αὐτῆς τῆς ἐποχῆς δὲν βρήκανε καιρό.
Καήκανε στοὺς παγετῶνες” – λέμε ἐν χορῷ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου