Μεθυσμένος Κέλτης ἐν ᾄσματι
Ἔγγισον ἡμῖν, ἔγγισον ὁ πανταχοῦ.
Μὲ ρήμαξε ἡ ἐρημιὰ τοῦ κόσμου.
Ἡ Μάνα μου μὲ θήλασε μ’ ἑνὸς ἀχοῦ
τὸ μοσχοβόλημα καὶ μὲ τοῦ δυόσμου
τὸ στάγμα. Οἱ πέτρες μας κι οἱ βάλτοι
κρατοῦν τὸ πέρασμά σου, Ἄνεμε Βασάλτη.
Νύχτα καὶ μέρα ἅπλωσε πλοκάμι
στῶν σωθικῶν μου τὸ ξερὸ ποτάμι.
Κισσὲ δροσιᾶς τύλιξε τὸ κορμί μου
στὸ ἀναρριχητικό σου ρῖγος. Τὴν ὁρμή μου
στῆς καρδιᾶς μου τὸ στεγνὸ πηγάδι
κάνε την κρύσταλλο νερό, καθρέφτη,
νὰ σκύβω καὶ νὰ βλέπω, ὄχι τὸν κλέφτη,
ἀλλὰ τὸ πρόσωπό σου, φέγγος στὸ σκοτάδι.
(Κέβιν- Ἴαν
Μακφέρσον)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου